17.6.13

Έλενα Μαρούτσου διαβάζει το Γαμ.

Γράφει η Έλενα Μαρούτσου | Book Press,
Δευτέρα 17 Ιουνιου 2013 »»

Δεν πρέπει να κρίνεις ένα βιβλίο απ’ το εξώφυλλο. Όσοι υποστηρίζουν αυτόν τον κοινό τόπο ίσως πιστεύουν επίσης πως δεν πρέπει να κρίνεις ένα βιβλίο κι απ’ το οπισθόφυλλο. Το συγκεκριμένο βιβλίο υπερίπταται των κοινών τόπων και στο οπισθόφυλλό του μπορούμε να διαβάσουμε το εξής: «Γαμ. Δεν σημαίνει απολύτως τίποτε και ποτέ – παρά μόνο κάθε νύχτα στις τρεις και πέντε τα ξημερώματα, τότε που η λέξη γαμώτο τρώει μια τσεκουριά και σπάει στα δυο».

Με μια σπασμένη λέξη, μια βρισιά μισή, τιτλοφορεί η Κατερίνα Έσσλιν το δεύτερο βιβλίο της, ενώ το πρώτο, φλερτάροντας κι εκείνο με την ιδέα του μισού, λεγόταν Ο μισός Βέσπα και μιλούσε για έναν άντρα που σαν σύγχρονος Κένταυρος ήταν μισός άντρας και μισός βέσπα. Αυτό διάβασα τουλάχιστον σε μια συνέντευξη της συγγραφέως, αν και οι καλύτερες συνεντεύξεις είναι κρυμμένες στις σελίδες των βιβλίων, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπως της συγκεκριμένης συγγραφέως όπου μιλάει όπως γράφει κι αυτό μοιάζει αλλά δεν είναι κοινός τόπος.

Μην κρίνεις ένα βιβλίο από το αυτί του, θα μπορούσε κάποιος να πει, και στο αυτί αυτού του βιβλίου η συγγραφέας μιλάει για τον εαυτό της σαν να ψιθυρίζει στο δικό σου αυτί και μάλιστα γαργαλώντας το μ’ έναν κοριτσίστικο πειρακτικό τρόπο. Το σύντομο βιογραφικό που επισυνάπτει – και που σε κάθε συγγραφέα ποικίλλει σε έκταση, ύφος και λεπτομέρειες δίνοντας λαβή σε μια κουβέντα που θα ήθελα κάποτε να κάνω αλλά δεν ξέρω με ποιον – μοιάζει να αποτελεί μέρος του βιβλίου, λες κι η συγγραφέας είναι χάρτινη και στις φλέβες της ρέει μελάνι και μάλιστα ένα μελάνι πολύχρωμο με το οποίο είναι γραμμένες όλες οι ιστορίες.

Κατερίνα ΈσσλινΗ ίδια η Κατερίνα Έσσλιν μας συστήνει τις ιστορίες της όχι σαν διηγήματα, αφηγήματα ή μικρά πεζά αλλά σαν «μυθιστορήματα του ενός λεπτού». Στο εξώφυλλο, τουλάχιστον, αυτό λέει με μικρά γραμματάκια. Μυθιστορήματα μικρά όσο και τα μικρά αυτά γραμματάκια, σκέφτηκα, όταν πρωτοείδα το βιβλίο. Υπέθεσα πως η συγγραφέας θα έχει επιχειρήσει να στριμώξει ιστορίες μιας ζωής μέσα σε δυο σελίδες, βράζοντας και βράζοντας και βράζοντάς τις μέχρι να μείνει το απόσταγμα, αυτό που ήπιε και η Αλίκη κι έγινε δυο πιθαμές. Αυτό σκέφτηκα πιάνοντας στα χέρια μου το βιβλίο κι υποπίπτοντας στο αμάρτημα να προβώ σε κρίσεις από το εξώφυλλο.

Σκέφτηκα επίσης πως το ρητό υπονοεί να μην κρίνουμε από την επιφάνεια υποτιμώντας, κατά τη γνώμη μου, τη σχέση επιφάνειας και ουσίας, μορφής και περιεχομένου. Οι υπερρεαλιστές πρώτοι, νομίζω, θέλησαν να αποκαταστήσουν την φήμη της «επιφάνειας» η οποία στα χέρια τους έπαψε να είναι το αναγκαίο φόρεμα που πρέπει να φοράει η ουσία για να μη βγαίνει γυμνή στους δρόμους, δείχνοντάς μας πως το φόρεμα είναι κι αυτό σώμα και το σώμα φόρεμα αρκεί να ξηλώσεις τις ραφές της σοβαροφάνειας και να είσαι διατεθειμένος να λερώσεις τα μπατζάκια σου στις λάσπες του γελοίου και στις σκόνες του ονείρου.

Σε αυτές τις λάσπες και τις σκόνες κυλιούνται οι ιστορίες της Κατερίνας Έσσλιν. Μια γυναίκα που διατηρεί ανθοπωλείο και πουλάει ανθοδέσμες εκ των οποίων καμιά ποτέ δεν φθάνει στον προορισμό της. Ένας άντρας που ονειρεύεται να περάσει ένα βράδυ κλεισμένος στο σουπερμάρκετ στη γειτονιά της αγαπημένης του ώστε ν’ αγγίζει τα προϊόντα που άγγιξε εκείνη αλλά ξανάφησε στο ράφι όπως εκείνον. Ένα αγόρι που μιλάει με μια λούτρινη γάτα μέσα σε μια αόρατη καταπακτή πίσω από ένα υπαρκτό κοτέτσι. Μια γυναίκα που προσπαθεί να ανελκύσει έναν γκρεμό, να τον σηκώσει σαν φόρεμα προς τα πάνω, αρπάζοντας τον γκρεμισμένο του ποδόγυρο. Μια πρόταση γάμου ανάμεσα σε δυο αγνώστους σε μια πτήση μεταξύ Λονδίνου - Αθήνας και μια πτώση που προκάλεσε την εφαρμογή του Λονδίνου πάνω στην Αθήνα σαν δυο διαφάνειες, δυο σλάιντς. Οι ιδιοκτήτες κι οι θαμώνες ενός κάμπινγκ που ανακαλύπτουν μέσα στον σάκο μιας τουρίστριας αντί για φίδια ένα νυφικό.

Μορφή και περιεχόμενο εις σάρκαν μία

Όσο προσπαθώ να μεταφέρω συνοπτικά το περιεχόμενο των ιστοριών αυτής της συλλογής, τόσο διαπιστώνω το μάταιο του εγχειρήματος. Το περιεχόμενό τους είναι τόσο αξεδιάλυτο από τη μορφή, δηλαδή τη γλώσσα, που το να επιχειρούσε κανείς χάριν της ανάλυσης να μιλήσει για τα δύο ξεχωριστά θα ήταν σαν έπαιρνε στο ένα του χέρι μια χούφτα αλάτι και στο άλλο νερό και να έλεγε: ιδού η θάλασσα. Αυτό βέβαια δεν ισχύει μόνο για τα συγκεκριμένα κείμενα. Όσο πιο πολύ ένα κείμενο γέρνει προς την πλευρά της ποίησης, τόσο το φόρεμά του, δηλαδή η γλώσσα, γίνεται σαν το δηλητηριασμένο πουκάμισο του Ηρακλή. Αν προσπαθήσεις να το ξεκολλήσεις απ’ το δέρμα, θα φύγουν κι οι σάρκες μαζί, θ’ ανοίξεις στο σώμα του κειμένου πληγή.

Γι’ αυτό κι εγώ διάλεξα να μιλήσω εδώ όχι με τη γλώσσα της ανάλυσης αλλά με την ίδια τη γλώσσα του κειμένου: τη γλώσσα της μεταφοράς που χρησιμοποιεί η ποίηση. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που στις ευχαριστίες της η Κατερίνα Έσσλιν αναφέρει πως οι τρεις πρώτοι της αναγνώστες ήταν ο Αχιλλέας Κυριακίδης, ο Μιχάλης Μουλάκης κι ο Γιάννης Ευσταθιάδης. Πρέπει κανείς να αγαπάει τους τρόπους της ποίησης και τα τερτίπια του υπερρεαλισμού για να μπει στον κόσμο αυτού του βιβλίου. Να είναι πρόθυμος ν’ ακολουθήσει μια ροή εικόνων που άλλοτε οδηγούν σε τοπία χτισμένα γύρω από μια και μόνο ιδέα, όπως μια πλατεία είναι χτισμένη γύρω από ένα άγαλμα, κι άλλοτε οδηγούν με μια βουτιά γέλιου ή κλάματος κατευθείαν στον πάτο του συναισθήματος. Για το δικό μου γούστο, τα διηγήματα της συλλογής που πλέκονται γύρω από μια ιδέα με την οποία η συγγραφέας παίζει σαν τη γάτα με το κουβάρι ρέπουν καμιά φορά προς την εγκεφαλικότητα. Έρχονται όμως μετά κάτι άλλα που σε πετάνε με μια φράση στα βαθιά, εκεί που νιώθεις κάτω απ’ τα πόδια σου τα μυθικά ψάρια, τους ξεχασμένους θησαυρούς και τα ναυάγια που δεν ξεχνιούνται ποτέ.

Μην κρίνεις ένα βιβλίο απ’ τις ευχαριστίες, λέει η κοινή λογική, όμως εγώ θα σας παραθέσω ένα απόσπασμα από το λήμμα του Αχιλλέα Κυριακίδη, τον οποίο η Έσσλιν ευχαριστεί: «Αναγνωστών, Νόσος των: Εδώ, ακριβώς αντίθετα απ’ ό,τι ισχύει στη Νόσο των Δυτών, ο ασθενής προσβάλλεται όταν καταδυθεί γρήγορα σε κάποιο βιβλίο και αναδυθεί αργά, εκβάλλοντας φυσαλίδες απόλαυσης και ανεπίπλαστους βορβορυγμούς αναγνωστικής ηδονής».

Όσοι έχετε ήδη προσβληθεί από τη Νόσο δεν χρειάζεται ν’ ανησυχείτε. Βουτήξετε όπως θέλετε και βγείτε όπως μπορείτε. Να ξέρετε όμως πως η νόσος είναι μεταδοτική. Γι’ αυτό προσέχετε για ποια βιβλία μιλάτε και σε ποιον.

Δεν υπάρχουν σχόλια: